Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εὖ
εὑ
εὐαγγελίζομαι
εὐαγγέλιον
εὐαγγελιστής
εὐάγγελος
εὐαγέω
εὐαγής
εὐᾱγής
εὐᾱ́γητος
εὐάγκαλος
εὐαγκής
εὐᾱγορέομαι
εὐᾱγορίᾱ
εὐαγρίᾱ
εὔαγρος
εὐαγωγίᾱ
εὐάγωγος
εὐάγων
εὐαδίκητος
εὔαδον
View word page
εὐ-άγκαλος
εὐ-άγκαλοςονadjἀγκάλη in neg.phr., of the burden borne by Atlaseasy on the armsA.

ShortDef

easy to bear in the arms

Debugging

Headword:
εὐάγκαλος
Headword (normalized):
εὐάγκαλος
Headword (normalized/stripped):
ευαγκαλος
IDX:
15824
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15825
Key:
εὐάγκαλος

Data

{'headword_display': '<b>εὐ-άγκαλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>εὐ-άγκαλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἀγκάλη</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>in neg.phr., of the burden borne by Atlas</Indic><Tr>easy on the arms</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'εὐάγκαλος'}