Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἔσται
ἕστᾱκα
ἐστάλην
ἔστᾱν
ἕστασαν
ἐστέ
ἔστε
ἔστειλα
ἑστεώς
ἕστηκα
ἔστην
ἔστησα
ἐστί
ἑστίᾱ
ἑστιᾱ́ματα
ἑστίᾱσις
ἑστιᾱ́τωρ
ἑστιάω
ἑστιόομαι
ἑστιοῦχος
ἔστιχον
View word page
ἔστην
ἔστηνathem.aor.ἔστησαν13pl.seeἵσταμαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἔστην
Headword (normalized):
ἔστην
Headword (normalized/stripped):
εστην
IDX:
15685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15686
Key:
ἔστην

Data

{'headword_display': '<b>ἔστην</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἔστην<LblR>athem.aor.</LblR></RefFm><RefFm>ἔστησαν<Hm>1</Hm><LblR>3pl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἵσταμαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἔστην'}