Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐσσύθην
ἕσσω
ἔσταθεν
ἔσται
ἕστᾱκα
ἐστάλην
ἔστᾱν
ἕστασαν
ἐστέ
ἔστε
ἔστειλα
ἑστεώς
ἕστηκα
ἔστην
ἔστησα
ἐστί
ἑστίᾱ
ἑστιᾱ́ματα
ἑστίᾱσις
ἑστιᾱ́τωρ
ἑστιάω
View word page
ἔστειλα
ἔστειλαaor.seeστέλλω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἔστειλα
Headword (normalized):
ἔστειλα
Headword (normalized/stripped):
εστειλα
IDX:
15682
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15683
Key:
ἔστειλα

Data

{'headword_display': '<b>ἔστειλα</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἔστειλα<LblR>aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>στέλλω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἔστειλα'}