Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐρήσομαι
ἐρητύω
ἐρι
ἐριαύχην
Ἐριβόᾱς
ἐριβρεμέτης
ἐρίβρομος
ἐριβρῡ́χης
ἐριβῶλαξ
ἐρίβωλος
ἐρίγδουπος
ἐριδαίνω
ἐριδμαίνω
ἐρίδμᾱτος
ἐρίδουπος
ἐρίζω
ἐρίηρες
ἐρῑθακίς
ἐρῑθείᾱ
ἐρῑθεύομαι
ἐριθηλής
View word page
ἐρίγδουπος
ἐρίγδουποςep.adjseeἐρίδουπος

ShortDef

loud-thundering

Debugging

Headword:
ἐρίγδουπος
Headword (normalized):
ἐρίγδουπος
Headword (normalized/stripped):
εριγδουπος
IDX:
15453
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15454
Key:
ἐρίγδουπος

Data

{'headword_display': '<b>ἐρίγδουπος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἐρίγδουπος</HL><PS>ep.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ἐρίδουπος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἐρίγδουπος'}