Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄτιτος
ἀτίω
Ἀτλᾱγενής
Ἄτλᾱς
ἁδεῖν
ἄδειπνος
ἀδεισιβόᾱς
ἀδέκαστος
ἀδεκάτευτος
ἀδελφᾱ́
ἀδελφεοκτόνος
ἀδελφεός
ἀδελφή
ἀδελφιδῆ
ἀδελφίδιον
ἀδελφιδοῦς
ἀδελφίζω
ἀδελφικός
ἀδελφός
ἄδενδρος
ἄδερκτος
View word page
ἀδελφεο-κτόνος
ἀδελφεο-κτόνοςουIon.mἀδελφόςκτείνω murderer of one's brotherfratricideHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀδελφεοκτόνος
Headword (normalized):
ἀδελφεοκτόνος
Headword (normalized/stripped):
αδελφεοκτονος
IDX:
1543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1544
Key:
ἀδελφεοκτόνος

Data

{'headword_display': '<b>ἀδελφεο-κτόνος</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ἀδελφεο-κτόνος</HL><Infl>ου</Infl><PS>Ion.m</PS><Ety><Ref>ἀδελφός</Ref><Ref>κτείνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>murderer of one's brother</Def><Tr>fratricide</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>", 'key': 'ἀδελφεοκτόνος'}