Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπομβρίᾱ
ἔπομβρος
ἐπόμνῡμι
ἐπομφάλιος
ἐπόνᾱσις
ἐπονείδιστος
ἐπονομάζω
ἐποπίζομαι
ἐποποῖ
ἐποποιίᾱ
ἐποποιικός
ἐποποιός
ἐποπτάω
ἐποπτείᾱ
ἐποπτεύω
ἐποπτήρ
ἐπόπτης
ἐποπτικός
ἐπόπωζε
ἐποράω
ἐπορέγω
View word page
ἐποποιικός
ἐποποιικόςή όνadjof an aspect of compositionrelated to epic poetryArist.

ShortDef

of epic poetry

Debugging

Headword:
ἐποποιικός
Headword (normalized):
ἐποποιικός
Headword (normalized/stripped):
εποποιικος
IDX:
15218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15219
Key:
ἐποποιικός

Data

{'headword_display': '<b>ἐποποιικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐποποιικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of an aspect of composition</Indic><Tr>related to epic poetry</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἐποποιικός'}