Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἔπνευσα
ἐπόγδοος
ἐποδιάζω
ἐποίγω
ἐποικέω
ἐποικοδομέω
ἔποικος
ἐποικτίζω
ἐποικτῑ́ρω
ἐποίκτιστος
ἔποικτος
ἐποιμώζω
ἐποιχνέω
ἐποίχομαι
ἐποκέλλω
ἐπολολύζω
ἕπομαι
ἐπομβρίᾱ
ἔπομβρος
ἐπόμνῡμι
ἐπομφάλιος
View word page
ἔπ-οικτος
ἔπ-οικτοςονadjοἶκτος of a murderpitiableA.

ShortDef

piteous

Debugging

Headword:
ἔποικτος
Headword (normalized):
ἔποικτος
Headword (normalized/stripped):
εποικτος
IDX:
15201
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15202
Key:
ἔποικτος

Data

{'headword_display': '<b>ἔπ-οικτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἔπ-οικτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>οἶκτος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a murder</Indic><Tr>pitiable</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἔποικτος'}