Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιτριηραρχέω
ἐπιτριηράρχημα
ἐπίτριπτος
ἐπίτριτος
ἐπιτροπαῖος
ἐπιτροπείᾱ
ἐπιτρόπευσις
ἐπιτροπευτικός
ἐπιτροπεύω
ἐπιτροπή
ἐπιτροπίᾱ
ἐπιτροπικός
ἐπίτροπος
ἐπιτρόπωμεν
ἐπιτροχάδην
ἐπιτροχάω
ἐπιτρύζω
ἐπιτρωπάω
ἐπιτυγχάνω
ἐπιτυμβίδιος
ἐπιτύμβιος
View word page
ἐπιτροπίᾱ
ἐπιτροπίᾱfseeἐπιτροπείᾱ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπιτροπίᾱ
Headword (normalized):
ἐπιτροπίᾱ
Headword (normalized/stripped):
επιτροπια
IDX:
15078
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15079
Key:
ἐπιτροπίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἐπιτροπίᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἐπιτροπίᾱ</HL><PS>f</PS></HG><XR>see<Ref>ἐπιτροπείᾱ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἐπιτροπίᾱ'}