Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιτέλλω
ἐπιτέμνω
ἐπίτεξ
ἐπιτέρμιον
ἐπιτερπής
ἐπίτερπνος
ἐπιτέρπομαι
ἐπιτευκτικός
ἐπιτεύχω
ἐπιτεχνάομαι
ἐπιτέχνησις
ἐπιτήδειος
ἐπιτηδειότης
ἐπίτηδες
ἐπιτήδευμα
ἐπιτήδευσις
ἐπιτηδεύω
ἐπιτήκω
ἐπιτηρέω
ἐπιτίθημι
ἐπιτίκτω
View word page
ἐπιτέχνησις
ἐπιτέχνησιςεωςf forward planninginnovative thinkingTh.

ShortDef

contrivance for

Debugging

Headword:
ἐπιτέχνησις
Headword (normalized):
ἐπιτέχνησις
Headword (normalized/stripped):
επιτεχνησις
IDX:
15031
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-15032
Key:
ἐπιτέχνησις

Data

{'headword_display': '<b>ἐπιτέχνησις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἐπιτέχνησις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>forward planning</Def><Tr>innovative thinking</Tr><Au>Th.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἐπιτέχνησις'}