Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀτενισμός
ἄτερ
ἀτέραμνος
ἀτεράμων
ἄτερθε(ν)
ἀτέρμων
ἅτερος
ᾱ̔́τερος
ἀτερπής
ἄτερπος
ἀτέρωτα
ἀτευχής
ἀτεχνίᾱ
ἄτεχνος
ἀτεχνῶς
ἀτέω
ᾱ̓́τη
ἄτηκτος
ἀτημελής
ἀτημέλητος
ἀτημελίη
View word page
ἀτέρωτα
ἀτέρωταAeol.advreltd.ἕτερος at another timein the pastSapph.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀτέρωτα
Headword (normalized):
ἀτέρωτα
Headword (normalized/stripped):
ατερωτα
IDX:
1498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1499
Key:
ἀτέρωτα

Data

{'headword_display': '<b>ἀτέρωτα</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἀτέρωτα</HL><PS>Aeol.adv</PS><Ety>reltd.<Ref>ἕτερος</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>at another time<Expl>in the past</Expl></Tr><Au>Sapph.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ἀτέρωτα'}