Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπίστημα
ἐπιστήμη
ἐπίστημι
ἐπιστημονικός
ἐπιστήμων
ἐπιστηρίζω
ἐπιστητός
ἐπιστίλβω
ἐπίστιον
ἐπίστιον
ἐπιστοβέω
ἐπιστολάδην
ἐπιστολεύς
ἐπιστολή
ἐπιστολιαγράφος
ἐπιστολιαφόρος
ἐπιστολιμαῖος
ἐπιστόλιον
ἐπιστομίζω
ἐπιστοναχέω
ἐπιστοναχίζω
View word page
ἐπι-στοβέω
ἐπι-στοβέωcontr.vbreltd.στέμβω agitateiteratv.impf.
ἐπιστοβέεσκον
scoff at, mocksomeoneAR.

ShortDef

scoff at

Debugging

Headword:
ἐπιστοβέω
Headword (normalized):
ἐπιστοβέω
Headword (normalized/stripped):
επιστοβεω
IDX:
14938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14939
Key:
ἐπιστοβέω

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-στοβέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐπι-στοβέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety>reltd.<Ref>στέμβω</Ref> <ital>agitate</ital></Ety><FG><Tns><Lbl>iteratv.impf.</Lbl><Form>ἐπιστοβέεσκον</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>scoff at, mock</Tr><Obj>someone<Au>AR.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐπιστοβέω'}