Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιπρεσβεύομαι
ἐπιπρό
ἐπιπροβάλλω
ἐπιπροβλώσκω
ἐπιπροέχομαι
ἐπιπροθέω
ἐπιπροϊάλλω
ἐπιπροΐημι
ἐπιπρομολών
ἐπιπρονέομαι
ἐπιπροπίπτω
ἐπιπροσβάλλω
ἐπίπροσθεν
ἐπιπροσθέω
ἐπιπροσθήσεις
ἐπιπροτέρωσε
ἐπιπροφαίνομαι
ἐπιπροφέρω
ἐπιπροχέω
ἐπιπτάρνυμαι
ἐπιπτήσομαι
View word page
ἐπι-προπίπτω
ἐπι-προπίπτωvb fall forwards to the groundAR.

ShortDef

fall forwards

Debugging

Headword:
ἐπιπροπίπτω
Headword (normalized):
ἐπιπροπίπτω
Headword (normalized/stripped):
επιπροπιπτω
IDX:
14784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14785
Key:
ἐπιπροπίπτω

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-προπίπτω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐπι-προπίπτω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>fall forwards to the ground</Tr><Au>AR.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐπιπροπίπτω'}