Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιμωμητός
ἐπινάστιος
ἐπιναύσιος
ἐπινᾱ́χομαι
ἐπίνειον
ἐπινείφω
ἐπινέμησις
ἐπινέμω
ἐπινεύω
ἐπινέφελος
ἐπινεφρίδιος
ἐπινέω
ἐπινέω
ἐπινηνέω
ἐπινήχομαι
ἐπινῑ́κιος
ἐπινῑ́σομαι
ἐπινοέω
ἐπινόημα
ἐπίνοια
ἐπινομή
View word page
ἐπι-νεφρίδιος
ἐπι-νεφρίδιοςονadjνεφρός of faton the kidneysIl.

ShortDef

upon the kidneys

Debugging

Headword:
ἐπινεφρίδιος
Headword (normalized):
ἐπινεφρίδιος
Headword (normalized/stripped):
επινεφριδιος
IDX:
14664
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14665
Key:
ἐπινεφρίδιος

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-νεφρίδιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐπι-νεφρίδιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>νεφρός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of fat</Indic><Tr>on the kidneys</Tr><Au>Il.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἐπινεφρίδιος'}