Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιμανδαλωτός
ἐπιμανής
ἐπιμανθάνω
ἐπιμαρτυρέω
ἐπιμαρτυρίᾱ
ἐπιμαρτῡ́ρομαι
ἐπιμάρτυρος
ἐπίμαρτυς
ἐπιμάσσομαι
ἐπιμαστίδιος
ἐπιμάστιος
ἐπίμαστος
ἐπιμαχέω
ἐπιμαχίᾱ
ἐπίμαχος
ἐπιμείγνῡμι
ἐπιμειδάω
ἐπιμειδιάω
ἐπιμειξίᾱ
ἐπίμειξις
ἐπιμέλεια
View word page
ἐπι-μάστιος
ἐπι-μάστιοςονadjof a clod of earth, envisaged as a babyat the breastAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπιμάστιος
Headword (normalized):
ἐπιμάστιος
Headword (normalized/stripped):
επιμαστιος
IDX:
14600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14601
Key:
ἐπιμάστιος

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-μάστιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐπι-μάστιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of a clod of earth, envisaged as a baby</Indic><Tr>at the breast</Tr><Au>AR.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἐπιμάστιος'}