Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιμαίομαι
ἐπιμανδαλωτός
ἐπιμανής
ἐπιμανθάνω
ἐπιμαρτυρέω
ἐπιμαρτυρίᾱ
ἐπιμαρτῡ́ρομαι
ἐπιμάρτυρος
ἐπίμαρτυς
ἐπιμάσσομαι
ἐπιμαστίδιος
ἐπιμάστιος
ἐπίμαστος
ἐπιμαχέω
ἐπιμαχίᾱ
ἐπίμαχος
ἐπιμείγνῡμι
ἐπιμειδάω
ἐπιμειδιάω
ἐπιμειξίᾱ
ἐπίμειξις
View word page
ἐπι-μαστίδιος
ἐπι-μαστίδιοςονadjμαστός of babiesat the breastA. E.

ShortDef

at the breast, not yet weaned

Debugging

Headword:
ἐπιμαστίδιος
Headword (normalized):
ἐπιμαστίδιος
Headword (normalized/stripped):
επιμαστιδιος
IDX:
14599
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14600
Key:
ἐπιμαστίδιος

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-μαστίδιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐπι-μαστίδιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μαστός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of babies</Indic><Tr>at the breast</Tr><Au>A. E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἐπιμαστίδιος'}