Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιλογισμός
ἐπίλογος
ἐπίλογχος
ἐπίλοιπος
ἐπίλῡπος
ἐπίλυσις
ἐπιλῡ́ω
ἐπιλωβεύω
ἐπιμαίνομαι
ἐπιμαίομαι
ἐπιμανδαλωτός
ἐπιμανής
ἐπιμανθάνω
ἐπιμαρτυρέω
ἐπιμαρτυρίᾱ
ἐπιμαρτῡ́ρομαι
ἐπιμάρτυρος
ἐπίμαρτυς
ἐπιμάσσομαι
ἐπιμαστίδιος
ἐπιμάστιος
View word page
ἐπι-μανδαλωτός
ἐπι-μανδαλωτόςόνadj of a kisswith the tongue thrust outAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπιμανδαλωτός
Headword (normalized):
ἐπιμανδαλωτός
Headword (normalized/stripped):
επιμανδαλωτος
IDX:
14590
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14591
Key:
ἐπιμανδαλωτός

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-μανδαλωτός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐπι-μανδαλωτός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a kiss</Indic><Tr>with the tongue thrust out</Tr><Au>Ar.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἐπιμανδαλωτός'}