Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπικαρπίᾱ
ἐπικάρσιος
ἐπικαταβαίνω
ἐπικαταβάλλω
ἐπικατάγομαι
ἐπικαταδαρθάνω
ἐπικαταίρω
ἐπικατακλύζω
ἐπικατακοιμάομαι
ἐπικαταλαμβάνω
ἐπικαταλλαγή
ἐπικαταμένω
ἐπικαταρρέω
ἐπικαταρρήγνυμαι
ἐπικαταρρῑπτέω
ἐπικατασφάζω
ἐπικατατέμνω
ἐπικαταψεύδομαι
ἐπικάτειμι
ἐπικάτημαι
ἐπίκαυτος
View word page
ἐπι-καταλλαγή
ἐπι-καταλλαγήῆςf sum added to an exchangeof moneycost of exchangew.gen.of copper coinage, for silverThphr.

ShortDef

money paid for exchange, discount

Debugging

Headword:
ἐπικαταλλαγή
Headword (normalized):
ἐπικαταλλαγή
Headword (normalized/stripped):
επικαταλλαγη
IDX:
14414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14415
Key:
ἐπικαταλλαγή

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-καταλλαγή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἐπι-καταλλαγή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>sum added to an exchange<Expl>of money</Expl></Def><nS2><Tr>cost of exchange<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of copper coinage, for silver</Expl></Tr><Au>Thphr.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'ἐπικαταλλαγή'}