Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιδιακρῑ́νω
ἐπιδιανέμομαι
ἐπιδιαρρήγνυμαι
ἐπιδιασαφέομαι
ἐπιδιατείνω
ἐπιδιατίθεμαι
ἐπιδιαφέρομαι
ἐπιδιδάσκω
ἐπιδίδωμι
ἐπιδίζημαι
ἐπιδίζομαι
ἐπιδιήγησις
ἐπιδικάζω
ἐπιδικασίᾱ
ἐπιδικεῖν
ἐπίδικος
ἐπιδῑνέω
ἐπιδίομαι
ἐπιδιφριάς
ἐπιδίφριος
ἐπιδιωγμός
View word page
ἐπι-δίζομαι
ἐπι-δίζομαιmid.vb seek outpersonsMosch.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπιδίζομαι
Headword (normalized):
ἐπιδίζομαι
Headword (normalized/stripped):
επιδιζομαι
IDX:
14284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14285
Key:
ἐπιδίζομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-δίζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐπι-δίζομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>seek out</Tr><Cmpl>persons<Au>Mosch.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐπιδίζομαι'}