Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιδημέω
ἐπιδημίᾱ
ἐπιδήμιος
ἐπιδημιουργοί
ἐπίδημος
ἐπιδιαβαίνω
ἐπιδιαγῑνώσκω
ἐπιδιαιρέω
ἐπιδιακρῑ́νω
ἐπιδιανέμομαι
ἐπιδιαρρήγνυμαι
ἐπιδιασαφέομαι
ἐπιδιατείνω
ἐπιδιατίθεμαι
ἐπιδιαφέρομαι
ἐπιδιδάσκω
ἐπιδίδωμι
ἐπιδίζημαι
ἐπιδίζομαι
ἐπιδιήγησις
ἐπιδικάζω
View word page
ἐπι-διαρρήγνυμαι
ἐπι-διαρρήγνυμαιpass.vb burst as a resultof swallowing someoneAr.

ShortDef

to burst at

Debugging

Headword:
ἐπιδιαρρήγνυμαι
Headword (normalized):
ἐπιδιαρρήγνυμαι
Headword (normalized/stripped):
επιδιαρρηγνυμαι
IDX:
14276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14277
Key:
ἐπιδιαρρήγνυμαι

Data

{'headword_display': '<b>ἐπι-διαρρήγνυμαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐπι-διαρρήγνυμαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>burst as a result<Expl>of swallowing someone</Expl></Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐπιδιαρρήγνυμαι'}