Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐπιγίγνομαι
ἐπιγιγνώσκω
ἐπιγλωσσάομαι
ἐπιγναμπτός
ἐπιγνάμπτω
ἐπιγνώμων
ἐπιγνωρίζω
ἐπίγνωσις
ἐπιγονή
ἐπίγονοι
ἐπιγουνίδιος
ἐπιγουνίς
ἐπιγράβδην
ἐπίγραμμα
ἐπιγραφεύς
ἐπιγραφή
ἐπιγράφω
ἐπίγρῡπος
ἐπίγῡον
ἐπιδαίσιος
ἐπιδακρῡ́ω
View word page
ἐπιγουνίδιος
ἐπιγουνίδιοςονdial.adjἐπιγουνίς of a babyon the kneesof someone feeding itPi.

ShortDef

upon the knee

Debugging

Headword:
ἐπιγουνίδιος
Headword (normalized):
ἐπιγουνίδιος
Headword (normalized/stripped):
επιγουνιδιος
IDX:
14223
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-14224
Key:
ἐπιγουνίδιος

Data

{'headword_display': '<b>ἐπιγουνίδιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐπιγουνίδιος</HL><Infl>ον</Infl><PS>dial.adj</PS><Ety><Ref>ἐπιγουνίς</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a baby</Indic><Tr>on the knees<Expl>of someone feeding it</Expl></Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἐπιγουνίδιος'}