Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄστρον
ἀστρονομέω
ἀστρονομίᾱ
ἀστρονομικός
ἀστρονόμος
ἄστροφος
ἀστρωπός
ἀστρωσίᾱ
ἄστρωτος
ἄστυ
ἀστυάνακτες
ἀστυβοώτης
ἀστυγειτονέομαι
ἀστυγείτων
ἀστυδρομέομαι
ἀστύθεμις
ἀστύνῑκος
ἀστυνομίᾱ
ἀστυνομικός
ἀστυνόμιον
ἀστυνόμος
View word page
ἀστυ-άνακτες
ἀστυάνακτεςωνm.plἄναξ city-lordsepith. of godsA.dub., cj. ἄστυδ’ ἄνακτες

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀστυάνακτες
Headword (normalized):
ἀστυάνακτες
Headword (normalized/stripped):
αστυανακτες
IDX:
1364
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1365
Key:
ἀστυάνακτες

Data

{'headword_display': '<b>ἀστυ-άνακτες</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀστυ<hyph/>άνακτες</HL><Infl>ων</Infl><PS>m.pl</PS><Ety><Ref>ἄναξ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>city-lords<Expl>epith. of gods</Expl></Tr><Au>A.<LblR>dub., cj. <Gr>ἄστυδ’ ἄνακτες</Gr></LblR></Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀστυάνακτες'}