Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐξυρημένος
ἐξυφαίνω
ἐξύφασμα
ἐξυφηγέομαι
ἕξω
ἔξω
ἔξωθεν
ἐξωθέω
ἐξώλεια
ἐξώλης
ἐξωμιδοποιίᾱ
ἐξωμίζω
ἐξωμίς
ἐξωμοσίᾱ
ἐξωνέομαι
ἐξώπιος
ἔξωρος
ἐξώστης
ἐξώστρᾱ
ἐξωτάτω
ἐξωτερικός
View word page
ἐξωμιδοποιίᾱ
ἐξωμιδοποιίᾱᾱςfἐξωμίςποιέω tunic-makingX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐξωμιδοποιίᾱ
Headword (normalized):
ἐξωμιδοποιίᾱ
Headword (normalized/stripped):
εξωμιδοποιια
IDX:
13592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-13593
Key:
ἐξωμιδοποιίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἐξωμιδοποιίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἐξωμιδοποιίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἐξωμίς</Ref><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>tunic-making</Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἐξωμιδοποιίᾱ'}