Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐξεφῑ́εμαι
ἐξεφρῑ́εμεν
ἐξέχω
ἐξέψω
ἔξηβος
ἐξηγέομαι
ἐξήγησις
ἐξηγητής
ἐξήειρα
ἑξήκοντα
ἑξηκονταέτης
ἑξηκοντάκι
ἑξηκονταταλαντίᾱ
ἑξηκοντούτης
ἑξηκοστός
ἐξήκω
ἐξηλάθην
ἐξήλατος
ἐξῆλθον
ἐξήλυσις
ἑξῆμαρ
View word page
ἑξηκονταέτης
ἑξηκονταέτηςadjἑξηκονταετίᾱfseeἑξηκοντούτης

ShortDef

sixty years old

Debugging

Headword:
ἑξηκονταέτης
Headword (normalized):
ἑξηκονταέτης
Headword (normalized/stripped):
εξηκονταετης
IDX:
13416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-13417
Key:
ἑξηκονταέτης

Data

{'headword_display': '<b>ἑξηκονταέτης</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἑξηκονταέτης</HL><PS>adj</PS></HG><HG><HL>ἑξηκονταετίᾱ</HL><PS>f</PS></HG><XR>see<Ref>ἑξηκοντούτης</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἑξηκονταέτης'}