Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἐξεπᾴδω
ἐξεπαίρω
ἐξεπεγείρομαι
ἐξεπεύχομαι
ἐξεπίσταμαι
ἐξεπίτηδες
ἐξεπομβρέω
ἐξέπραθον
ἐξεπτάμην
ἐξέπτᾱξα
ἐξέπτην
ἐξεράω
ἐξεργάζομαι
ἐξεργασίᾱ
ἐξεργαστικός
ἐξέργω
ἐξερεείνω
ἐξερεθίζω
ἐξερείδω
ἐξερείπω
ἐξέρεισις
View word page
ἐξέπτην
ἐξέπτην
athem.aor.
see
ἐκπέτομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐξέπτην
Headword (normalized):
ἐξέπτην
Headword (normalized/stripped):
εξεπτην
IDX:
13349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-13350
Key:
ἐξέπτην
Data
{'headword_display': '<b>ἐξέπτην</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἐξέπτην<LblR>athem.aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἐκπέτομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἐξέπτην'}