Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐνήλατα
ἐνήλικος
ἔνημαι
ἐνημμένος
ἐνήνεγμαι
ἐνήνοθε
ἐνήνοχα
ἐνήρατο
ἐνήρης
ἐνήρυγον
Ἐνητικός
ἔνηφι
ἔνθα
ἐνθάδε
ἐνθᾱκέω
ἐνθᾱ́κησις
ἔνθαπερ
ἐνθάπτω
ἐνθαῦτα
ἐνθεάζω
ἐνθεαστικός
View word page
Ἐνητικός
Ἐνητικόςadjsee underἘνετοί

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Ἐνητικός
Headword (normalized):
ἐνητικός
Headword (normalized/stripped):
ενητικος
IDX:
12777
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12778
Key:
Ἐνητικός

Data

{'headword_display': '<b>Ἐνητικός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>Ἐνητικός</HL><PS>adj</PS></HG><XR>see under<Ref>Ἐνετοί</Ref></XR> </XE>', 'key': 'Ἐνητικός'}