Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐναποσημαίνω
ἐναποτῑμάω
ἐναποτίνω
ἐναποχράομαι
ἐναποψῡ́χω
ἐνάπτω
ἔναρα
ἐναραρίσκω
ἐνάργεια
ἐναργής
ἐναρηρώς
ἔναρθρος
ἐναρίζω
ἐναριθμέω
ἐναρίθμιος
ἐνάριθμος
ἐναρίμβροτος
ἐναρμόζω
ἐναρμόνιος
ἐναρμόττω
ἔναρον
View word page
ἐναρηρώς
ἐναρηρώςpf.ptcpl.seeἐναραρίσκω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐναρηρώς
Headword (normalized):
ἐναρηρώς
Headword (normalized/stripped):
εναρηρως
IDX:
12587
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12588
Key:
ἐναρηρώς

Data

{'headword_display': '<b>ἐναρηρώς</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἐναρηρώς<LblR>pf.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἐναραρίσκω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἐναρηρώς'}