Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἐναντίον
ἐναντιόομαι
ἐναντιοποιολογικός
ἐναντίος
ἐναντιότης
ἐναντίωμα
ἐναντίωσις
ἔναξα
ἐναπεργάζομαι
ἐναπερείδομαι
ἐναπῆκε
ἐναποδείκνυμαι
ἐναποθνῄσκω
ἐναποθραύω
ἐναπόκειμαι
ἐναποκλάομαι
ἐναπολαμβάνομαι
ἐναπολείπω
ἐναπόλλυμαι
ἐναπολογέομαι
ἐναπονίζομαι
View word page
ἐναπῆκε
ἐναπῆκε
Ion.3sg.aor.
see
ἐναφίημι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐναπῆκε
Headword (normalized):
ἐναπῆκε
Headword (normalized/stripped):
εναπηκε
IDX:
12563
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12564
Key:
ἐναπῆκε
Data
{'headword_display': '<b>ἐναπῆκε</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἐναπῆκε<LblR>Ion.3sg.aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἐναφίημι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἐναπῆκε'}