Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἔμπνοος
ἐμπνῡ́(ν)θη
ἐμποδίζω
ἐμπόδιος
ἐμπόδισμα
ἐμποδισμός
ἐμποδιστικός
ἐμποδών
ἐμποιέω
ἐμποιητικός
ἐμποικίλλομαι
ἐμπολαῖος
ἐμπολᾱ́
ἐμπολάω
ἐμπολεμέω
ἐμπολέμιος
ἐμπολή
ἐμπόλημα
ἐμπολητός
ἔμπολις
ἐμπολῑτεύω
View word page
ἐμ-ποικίλλομαι
ἐμ-ποικίλλομαιpass.vb of figures be embroidered ona ribbonPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐμποικίλλομαι
Headword (normalized):
ἐμποικίλλομαι
Headword (normalized/stripped):
εμποικιλλομαι
IDX:
12449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12450
Key:
ἐμποικίλλομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἐμ-ποικίλλομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐμ-ποικίλλομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of figures</Indic> <Tr>be embroidered on<Expl>a ribbon</Expl></Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐμποικίλλομαι'}