Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἐμπίτνω
ἐμπλάζομαι
ἐμπλάσσω
ἔμπλειος
ἐμπλέκω
ἔμπλεξις
ἐμπλέω
ἔμπλεως
ἐμπλήγδην
ἔμπληκτος
ἐμπλήμενος
ἔμπλην
ἔμπλην
ἔμπληντο
ἐμπληξίᾱ
ἔμπλησο
ἐμπλήσσω
ἐμπληστέος
ἔμπλητο
ἐμπλοκή
ἐμπλόκιον
View word page
ἐμπλήμενος
ἐμπλήμενος
athem.aor.mid.ptcpl.
ἐμπλῄμην
opt.
see
ἐμπίμπλημι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐμπλήμενος
Headword (normalized):
ἐμπλήμενος
Headword (normalized/stripped):
εμπλημενος
IDX:
12427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12428
Key:
ἐμπλήμενος
Data
{'headword_display': '<b>ἐμπλήμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἐμπλήμενος<LblR>athem.aor.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><RefFm>ἐμπλῄμην<LblR>opt.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἐμπίμπλημι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἐμπλήμενος'}