Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐμμείγνῡμι
ἐμμειδιάω
ἐμμέλεια
ἐμμελετάω
ἐμμελής
ἐμμέμονα
ἔμμεν
ἐμμενετικός
ἐμμένω
ἐμμεστόομαι
ἔμμεστος
ἐμμετρίᾱ
ἔμμετρος
ἔμμηνος
ἔμμητρος
ἔμμι
ἐμμίμνω
ἔμμισθος
ἐμμονή
ἔμμονος
ἔμμορε
View word page
ἔμ-μεστος
ἔμ-μεστοςονadjμεστός app. of a placefullw.gen.of soundS.Ichn.

ShortDef

filled full of

Debugging

Headword:
ἔμμεστος
Headword (normalized):
ἔμμεστος
Headword (normalized/stripped):
εμμεστος
IDX:
12341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12342
Key:
ἔμμεστος

Data

{'headword_display': '<b>ἔμ-μεστος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἔμ-μεστος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μεστός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>app. of a place</Indic><Tr>full<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of sound</Expl></Tr><Au>S.<Wk>Ichn.</Wk></Au></aS1></AE>', 'key': 'ἔμμεστος'}