Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἔμηνα
ἐμίγην
ἐμῑ́ν
ἔμμα
ἐμμαίνομαι
ἐμμανής
ἐμμαπέως
ἐμμάσσομαι
ἐμμάχομαι
ἐμμείγνῡμι
ἐμμειδιάω
ἐμμέλεια
ἐμμελετάω
ἐμμελής
ἐμμέμονα
ἔμμεν
ἐμμενετικός
ἐμμένω
ἐμμεστόομαι
ἔμμεστος
ἐμμετρίᾱ
View word page
ἐμ-μειδιάω
ἐμ-μειδιάωcontr.vb of hounds look with pleasurew. πρός + acc.on animal tracksX.

ShortDef

to smile

Debugging

Headword:
ἐμμειδιάω
Headword (normalized):
ἐμμειδιάω
Headword (normalized/stripped):
εμμειδιαω
IDX:
12332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12333
Key:
ἐμμειδιάω

Data

{'headword_display': '<b>ἐμ-μειδιάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐμ-μειδιάω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of hounds</Indic> <Tr>look with pleasure</Tr><PrPhr><GLbl>w. <Ref>πρός</Ref> + acc.</GLbl>on animal tracks<Au>X.</Au></PrPhr> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐμμειδιάω'}