Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐμέω
ἐμεωυτόν
ἔμηνα
ἐμίγην
ἐμῑ́ν
ἔμμα
ἐμμαίνομαι
ἐμμανής
ἐμμαπέως
ἐμμάσσομαι
ἐμμάχομαι
ἐμμείγνῡμι
ἐμμειδιάω
ἐμμέλεια
ἐμμελετάω
ἐμμελής
ἐμμέμονα
ἔμμεν
ἐμμενετικός
ἐμμένω
ἐμμεστόομαι
View word page
ἐμ-μάχομαι
ἐμ-μάχομαιmid.vb fight a battle ina place Hdt.

ShortDef

to fight a battle in

Debugging

Headword:
ἐμμάχομαι
Headword (normalized):
ἐμμάχομαι
Headword (normalized/stripped):
εμμαχομαι
IDX:
12330
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12331
Key:
ἐμμάχομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἐμ-μάχομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐμ-μάχομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>fight a battle in<Expl>a place</Expl></Tr> <Au>Hdt.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐμμάχομαι'}