Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐλλιμένιον
ἐλλιπεῖν
ἐλλιπής
ἔλλιπον
ἐλλισάμην
ἐλλιτάνευον
ἐλλόβιον
ἐλλόγιμος
ἔλλογος
Ἐλλοί
ἐλλοπιεύω
ἔλλοπος
ἐλλός
ἐλλός
ἐλλοφόνος
ἐλλοχάω
ἐλλοχίζω
ἔλλοψ
ἐλλύχνιον
ἕλξις
ἑλόμην
View word page
ἐλλοπιεύω
ἐλλοπιεύωvbἔλλοψ fish Theoc.

ShortDef

to fish

Debugging

Headword:
ἐλλοπιεύω
Headword (normalized):
ἐλλοπιεύω
Headword (normalized/stripped):
ελλοπιευω
IDX:
12238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12239
Key:
ἐλλοπιεύω

Data

{'headword_display': '<b>ἐλλοπιεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐλλοπιεύω</HL><PS>vb</PS><Ety><Ref>ἔλλοψ</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>fish</Tr> <Au>Theoc.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐλλοπιεύω'}