Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἑλεόθρεπτος
ἐλεόν
ἐλεόν
ἔλεος
ἑλέπολις
ἑλέσθαι
ἑλεσπίδες
ἑλετός
ἐλευθερίᾱ
ἐλευθεριάζω
ἐλευθερικός
ἐλευθέριος
ἐλευθεριότης
ἐλευθεροπρεπής
ἐλεύθερος
ἐλευθεροστομέω
ἐλευθερόστομος
ἐλευθερόω
ἐλευθέρωσις
ἐλεύθω
Ἐλευσῑ́ς
View word page
ἐλευθερικός
ἐλευθερικόςή όνadjἐλεύθεροςof a constitutionfreeopp. under autocratic controlPl.neut.sb.behaviour characteristic of a free personPl.

ShortDef

free

Debugging

Headword:
ἐλευθερικός
Headword (normalized):
ἐλευθερικός
Headword (normalized/stripped):
ελευθερικος
IDX:
12129
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12130
Key:
ἐλευθερικός

Data

{'headword_display': '<b>ἐλευθερικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἐλευθερικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἐλεύθερος</Ref></Ety></HG><aS1><Indic>of a constitution</Indic><Tr>free<Expl>opp. under autocratic control</Expl></Tr><Au>Pl.</Au><SGrm><GLbl>neut.sb.</GLbl><Def>behaviour characteristic of a free person</Def><Au>Pl.</Au></SGrm></aS1></AE>', 'key': 'ἐλευθερικός'}