Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἐλεητικός
ἐλεητύς
Ἐλείθυια
ἑλεῖν
ἐλεινολογίᾱ
ἐλεινός
ἑλειοβάτης
ἑλειονόμος
ἕλειος
ἐλείφθην
ἔλεκτο
ἐλελᾱ́θει
ἐλελεῦ
ἐλελήθειν
ἐλελίζω
ἐλελίζω
ἐλέλικτο
ἐλέλιξα
ἐλέλιξα
ἐλέλιξα
ἐλελίχθων
View word page
ἔλεκτο
ἔλεκτο
ep.3sg.athem.aor.mid.
see
λέχομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἔλεκτο
Headword (normalized):
ἔλεκτο
Headword (normalized/stripped):
ελεκτο
IDX:
12103
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-12104
Key:
ἔλεκτο
Data
{'headword_display': '<b>ἔλεκτο</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἔλεκτο<LblR>ep.3sg.athem.aor.mid.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>λέχομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἔλεκτο'}