Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐκτοξεύω
ἐκτοπίζω
ἐκτόπιος
ἔκτοπος
Ἑκτόρειος
ἐκτορέω
ἐκτός
ἕκτος
ἔκτοσε
ἔκτοσθε(ν)
ἔκτοτε
ἐκτραγῳδέω
ἐκτράπελος
ἐκτραχηλίζω
ἐκτρᾱχῡ́νω
ἐκτρέπω
ἐκτρέφω
ἐκτρέχω
ἐκτρῑ́βω
ἔκτριμμα
ἐκτροπή
View word page
ἔκτοτε
ἔκτοτεtemporal advseeτότε 6

ShortDef

thereafter

Debugging

Headword:
ἔκτοτε
Headword (normalized):
ἔκτοτε
Headword (normalized/stripped):
εκτοτε
IDX:
11938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-11939
Key:
ἔκτοτε

Data

{'headword_display': '<b>ἔκτοτε</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἔκτοτε</HL><PS>temporal adv</PS></HG><XR>see<Ref>τότε</Ref> 6</XR> </XE>', 'key': 'ἔκτοτε'}