Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐκτινάσσω
ἐκτίνω
ἔκτισις
ἔκτισμα
ἐκτιτρώσκω
ἔκτοθεν
ἔκτοθι
ἐκτοιχωρυχέω
ἐκτολυπεύω
ἐκτομή
ἐκτομίης
ἐκτοξεύω
ἐκτοπίζω
ἐκτόπιος
ἔκτοπος
Ἑκτόρειος
ἐκτορέω
ἐκτός
ἕκτος
ἔκτοσε
ἔκτοσθε(ν)
View word page
ἐκτομίης
ἐκτομίηςεωIon.m one who is castratedeunuchHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐκτομίης
Headword (normalized):
ἐκτομίης
Headword (normalized/stripped):
εκτομιης
IDX:
11927
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-11928
Key:
ἐκτομίης

Data

{'headword_display': '<b>ἐκτομίης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἐκτομίης</HL><Infl>εω</Infl><PS>Ion.m</PS></HG> <nS1><Def>one who is castrated</Def><Tr>eunuch</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἐκτομίης'}