Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐκπεραίνω
ἐκπέρᾱμα
ἐκπεράω
ἐκπερδῑκίζω
ἐκπέρθω
ἐκπεριάγω
ἐκπερίειμι
ἐκπεριέρχομαι
ἐκπεριπλέω
ἐκπερισπασμός
ἐκπερισσῶς
ἔκπεσον
ἐκπετάννῡμι
ἐκπετήσιμος
ἐκπέτομαι
ἐκπεύθομαι
ἐκπέφαται
ἐκπεφυυῖα
ἐκπηδάω
ἐκπήδημα
ἐκπήδησις
View word page
ἐκ-περισσῶς
ἐκ-περισσῶςadv emphaticallyref. to speakingNT.

ShortDef

more exceedingly

Debugging

Headword:
ἐκπερισσῶς
Headword (normalized):
ἐκπερισσῶς
Headword (normalized/stripped):
εκπερισσως
IDX:
11747
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-11748
Key:
ἐκπερισσῶς

Data

{'headword_display': '<b>ἐκ-περισσῶς</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἐκ-περισσῶς</HL><PS>adv</PS></vHG> <advS1><Tr>emphatically</Tr><ModVb>ref. to speaking<Au>NT.</Au></ModVb></advS1></AdvE>', 'key': 'ἐκπερισσῶς'}