Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐκπεπληγμένως
ἐκπέποται
ἐκπέπρᾱται
ἐκπεπταμένως
ἐκπεραίνω
ἐκπέρᾱμα
ἐκπεράω
ἐκπερδῑκίζω
ἐκπέρθω
ἐκπεριάγω
ἐκπερίειμι
ἐκπεριέρχομαι
ἐκπεριπλέω
ἐκπερισπασμός
ἐκπερισσῶς
ἔκπεσον
ἐκπετάννῡμι
ἐκπετήσιμος
ἐκπέτομαι
ἐκπεύθομαι
ἐκπέφαται
View word page
ἐκ-περίειμι
ἐκ-περίειμιvbπερίειμι2 of a hunter make a complete circuitof his netsX.

ShortDef

to go out and round, go all round

Debugging

Headword:
ἐκπερίειμι
Headword (normalized):
ἐκπερίειμι
Headword (normalized/stripped):
εκπεριειμι
IDX:
11743
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-11744
Key:
ἐκπερίειμι

Data

{'headword_display': '<b>ἐκ-περίειμι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐκ-περίειμι</HL><PS>vb</PS><Ety><Ref>περίειμι<Hm>2</Hm></Ref></Ety></vHG> <vS1><Indic>of a hunter</Indic> <Tr>make a complete circuit<Expl>of his nets</Expl></Tr><Au>X.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐκπερίειμι'}