Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἑκάστοτε
ἑκάτᾱ
ἑκατᾱβόλος
Ἑκαταῖα
ἑκατεράκις
ἑκάτερθε(ν)
ἑκάτερος
ἑκατέρωθεν
ἑκατέρωθι
ἑκατέρως
ἑκατέρωσε
Ἑκάτη
ἑκατηβελέτης
ἑκατηβόλος
ἕκᾱτι
ἑκατόγγυιος
ἑκατογκάρᾱνος
ἑκατογκεφάλᾱς
ἑκατόγκρᾱνος
ἑκατόγχειρος
ἑκατόζυγος
View word page
ἑκατέρωσε
ἑκατέρωσεadvin either directionPl. X. Plu.to either sidests. w.gen.of sthg.Plu.

ShortDef

to each side, each way, both ways

Debugging

Headword:
ἑκατέρωσε
Headword (normalized):
ἑκατέρωσε
Headword (normalized/stripped):
εκατερωσε
IDX:
11358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-11359
Key:
ἑκατέρωσε

Data

{'headword_display': '<b>ἑκατέρωσε</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἑκατέρωσε</HL><PS>adv</PS></vHG><advS1><Tr>in either direction</Tr><Au>Pl. X. Plu.</Au></advS1><advS1><Tr>to either side<Expl>sts. <GLbl>w.gen.</GLbl>of sthg.</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ἑκατέρωσε'}