Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εἴκατι(ν)
εἶκε
εἰκελόνειρος
εἴκελος
εἰκέναι
εἰκῇ
εἰκονικός
εἰκόνιον
εἰκονογράφος
εἰκονολογίᾱ
εἰκονοποιός
εἰκός
εἰκοσαετής
εἰκοσάκις
εἰκοσαμηνός
εἴκοσι(ν)
εἰκοσιέτης
εἰκοσιέτις
εἰκοσινήριτος
εἰκοσίπηχυς
εἰκοσιστάδιος
View word page
εἰκονο-ποιός
εἰκονο-ποιόςοῦmποιέω maker of likenessesref. to an artistArist.

ShortDef

portrait-sculptor

Debugging

Headword:
εἰκονοποιός
Headword (normalized):
εἰκονοποιός
Headword (normalized/stripped):
εικονοποιος
IDX:
10991
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10992
Key:
εἰκονοποιός

Data

{'headword_display': '<b>εἰκονο-ποιός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>εἰκονο-ποιός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>maker of likenesses<Expl>ref. to an artist</Expl></Tr><Au>Arist.</Au></nS1></NE>', 'key': 'εἰκονοποιός'}