Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

εἰδητικός
εἴδομαι
εἴδομεν
εἴδομεν
εἰδόμην
εἶδον
εἰδοποιέω
εἰδοποιός
εἶδος
εἶδος
εἰδότως
εἰδυλίς
εἰδῶ
εἰδωλόθυτον
εἴδωλον
εἰδωλοποιέω
εἰδωλοποιίᾱ
εἰδωλοποιικός
εἰδωλοποιός
εἰδωλουργικός
εἰδώς
View word page
εἰδότως
εἰδότωςpf.ptcpl.advsee underοἶδα

ShortDef

knowingly

Debugging

Headword:
εἰδότως
Headword (normalized):
εἰδότως
Headword (normalized/stripped):
ειδοτως
IDX:
10949
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10950
Key:
εἰδότως

Data

{'headword_display': '<b>εἰδότως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>εἰδότως</HL><PS>pf.ptcpl.adv</PS></HG><XR>see under<Ref>οἶδα</Ref></XR> </XE>', 'key': 'εἰδότως'}