Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἐγκαταλαμβάνω
ἐγκαταλέγω
ἐγκαταλείπω
ἐγκαταλέχομαι
ἐγκατάληψις
ἐγκαταλιμπάνω
ἐγκαταλογίζομαι
ἐγκαταμείγνῡμι
ἐγκαταναίω
ἐγκαταπήγνῡμι
ἐγκαταπίπτω
ἐγκαταπλέκω
ἐγκαταρράπτω
ἐγκατασκήπτω
ἐγκατασπείρω
ἐγκαταστοιχειόομαι
ἐγκατασφάττω
ἐγκατατέμνω
ἐγκατατίθημι
ἐγκατίζω
ἐγκατιλλώπτω
View word page
ἐγ-καταπίπτω
ἐγ-καταπίπτωvbep.aor.2
ἐνικάππεσον
fall down on w.dat.a bedAR.

ShortDef

to fall in

Debugging

Headword:
ἐγκαταπίπτω
Headword (normalized):
ἐγκαταπίπτω
Headword (normalized/stripped):
εγκαταπιπτω
IDX:
10643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10644
Key:
ἐγκαταπίπτω

Data

{'headword_display': '<b>ἐγ-καταπίπτω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐγ-καταπίπτω</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>ep.aor.2</Lbl><Form>ἐνικάππεσον</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>fall down on</Tr> <Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>a bed<Au>AR.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐγκαταπίπτω'}