Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἔγκαιρος
ἐγκαίω
ἐγκακέω
ἐγκαλέω
ἐγκαλινδέομαι
ἐγκαλλωπίζομαι
ἐγκαλλώπισμα
ἐγκαλύπτω
ἐγκάμπτω
ἐγκανάσσω
ἐγκαναχάομαι
ἐγκάπτω
ἔγκαρπος
ἐγκάρσιος
ἐγκαρτερέω
ἔγκατα
ἐγκαταβαίνω
ἐγκαταβιόω
ἐγκαταγηράσκω
ἐγκαταδέω
ἐγκαταζεύγνῡμι
View word page
ἐγ-καναχάομαι
ἐγ-καναχάομαιmid.contr.vb blow a loud blast w.dat.on a conchTheoc.

ShortDef

to make a sound

Debugging

Headword:
ἐγκαναχάομαι
Headword (normalized):
ἐγκαναχάομαι
Headword (normalized/stripped):
εγκαναχαομαι
IDX:
10618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10619
Key:
ἐγκαναχάομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἐγ-καναχάομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἐγ-καναχάομαι</HL><PS>mid.contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>blow a loud blast</Tr> <Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>on a conch<Au>Theoc.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἐγκαναχάομαι'}