Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπολῡ́ω
ἀπολωβάομαι
ἀπολωτίζω
ἀπολωφάω
ἀπομαγδαλιᾱ́
ἀπομαίνομαι
ἀπομακτέον
ἀπομαλακίζομαι
ἀπομανθάνω
ἀπομαντεύομαι
ἀπόμαξις
ἀπομαραίνομαι
ἀπομαρτυρέω
ἀπομαρτῡ́ρομαι
ἀπομάσσω
ἀπομαστῑγόω
ἀπομαστίδιος
ἀποματαΐζω
ἀπομάχομαι
ἀπόμαχος
ἀπομείρομαι
View word page
ἀπόμαξις
ἀπόμαξιςεωςfἀπομάσσω wiping cleanof someone's browPlu.

ShortDef

a wiping off

Debugging

Headword:
ἀπόμαξις
Headword (normalized):
ἀπόμαξις
Headword (normalized/stripped):
απομαξις
IDX:
104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-105
Key:
ἀπόμαξις

Data

{'headword_display': '<b>ἀπόμαξις</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ἀπόμαξις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀπομάσσω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>wiping clean<Expl>of someone's brow</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>", 'key': 'ἀπόμαξις'}