Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀρτίκολλος
ἀρτικροτέομαι
ἀρτιμαθής
ἀρτιμελής
Ἄρτιμις
ἄρτιος
ἀρτιότης
ἀρτιπαγής
ἀρτίπλουτος
ἀρτίπους
ἄρτισις
ἀρτίστομος
ἀρτιτελής
ἀρτίτομος
ἀρτιτρεφής
ἀρτίτροφος
ἀρτιφανής
ἀρτίφρων
ἀρτίχειρ
ἀρτίχριστος
ἀρτίως
View word page
ἄρτισις
ἄρτισιςIon.fseeἄρτησις

ShortDef

equipment

Debugging

Headword:
ἄρτισις
Headword (normalized):
ἄρτισις
Headword (normalized/stripped):
αρτισις
IDX:
1045
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-1046
Key:
ἄρτισις

Data

{'headword_display': '<b>ἄρτισις</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἄρτισις</HL><PS>Ion.f</PS></HG><XR>see<Ref>ἄρτησις</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄρτισις'}