Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δωδεκάσκαλμος
δωδεκάσκῡτος
δωδεκάστολος
δωδεκαταῖος
δωδεκατημόριον
δωδέκατος
δωδεκάφῡλον
δωδεκετής
Δωδώνη
δῶκα
δώλᾱ
δῶμα
δωμάτιον
δωματῖτις
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
δῶν
δῶναξ
δωρεᾱ́
δωρέω
View word page
δώλᾱ
δώλᾱdial.fδῶλοςdial.mseeδοῦλος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δώλᾱ
Headword (normalized):
δώλᾱ
Headword (normalized/stripped):
δωλα
IDX:
10454
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10455
Key:
δώλᾱ

Data

{'headword_display': '<b>δώλᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>δώλᾱ</HL><PS>dial.f</PS></HG><HG><HL>δῶλος</HL><PS>dial.m</PS></HG><XR>see<Ref>δοῦλος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δώλᾱ'}