Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δωδεκάπαλαι
δωδεκάπους
δωδέκαρχος
δωδεκάς
δωδεκάσκαλμος
δωδεκάσκῡτος
δωδεκάστολος
δωδεκαταῖος
δωδεκατημόριον
δωδέκατος
δωδεκάφῡλον
δωδεκετής
Δωδώνη
δῶκα
δώλᾱ
δῶμα
δωμάτιον
δωματῖτις
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
View word page
δωδεκά-φῡλον
δωδεκάφῡλονουnφῦλον twelve tribesof IsraelNT.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δωδεκάφῡλον
Headword (normalized):
δωδεκάφῡλον
Headword (normalized/stripped):
δωδεκαφυλον
IDX:
10450
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10451
Key:
δωδεκάφῡλον

Data

{'headword_display': '<b>δωδεκά-φῡλον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δωδεκά<hyph/>φῡλον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>φῦλον</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>twelve tribes<Expl>of Israel</Expl></Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δωδεκάφῡλον'}