Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δυωδεκάπηχυς
δυωδεκάπολις
δυωδεκαταῖος
δυωδεκατειχής
δυωδέκατος
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
δῶ
δώδεκα
δωδεκάγναμπτος
δωδεκάδαρχος
δωδεκάδραχμος
δωδεκαετής
δωδεκάκις
δωδεκάλινος
δωδεκάμηνος
δωδεκαμήχανος
δωδεκάπαλαι
δωδεκάπους
δωδέκαρχος
View word page
δωδεκά-γναμπτος
δωδεκάγναμπτοςονadjγναμπτός of a turning-post on a racecourserounded twelve timesby chariotsPi.

ShortDef

bent twelve times

Debugging

Headword:
δωδεκάγναμπτος
Headword (normalized):
δωδεκάγναμπτος
Headword (normalized/stripped):
δωδεκαγναμπτος
IDX:
10432
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10433
Key:
δωδεκάγναμπτος

Data

{'headword_display': '<b>δωδεκά-γναμπτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>δωδεκά<hyph/>γναμπτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>γναμπτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a turning-post on a racecourse</Indic><Tr>rounded twelve times<Expl>by chariots</Expl></Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'δωδεκάγναμπτος'}