Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δύω
δύω
δυώδεκα
δυωδεκάβοιος
δυωδεκάδρομος
δυωδεκάμηνος
δυωδεκάπηχυς
δυωδεκάπολις
δυωδεκαταῖος
δυωδεκατειχής
δυωδέκατος
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δῶ
δῶ
δώδεκα
δωδεκάγναμπτος
δωδεκάδαρχος
δωδεκάδραχμος
δωδεκαετής
δωδεκάκις
View word page
δυωδέκατος
δυωδέκατοςdial.adjseeδωδέκατος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυωδέκατος
Headword (normalized):
δυωδέκατος
Headword (normalized/stripped):
δυωδεκατος
IDX:
10426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-10427
Key:
δυωδέκατος

Data

{'headword_display': '<b>δυωδέκατος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>δυωδέκατος</HL><PS>dial.adj</PS></HG><XR>see<Ref>δωδέκατος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'δυωδέκατος'}